Γύρω στο '86, η Samantha Fox μας καλούσε ,λάγνα κι επιτακτικά, να
παραμερίσουμε τις συντηρητικές αναστολές μιας , όπως όλοι πια παραδέχονται, αποστειρωμένης σεξουαλικά δεκαετίας , και να την αγγίξουμε.
ΕΞΩΣΤΡΕΦΕΙΑ
Όμως είμασταν ακόμη παιδιά, σε λίγο θα τελειώναμε το δημοτικό και η πραγματικότητα
μας δεν σχετίζονταν , τουλάχιστον ακόμα, με το «εκρηκτικό» μπούστο
μιας ξαναμμένης ποπ σταρ. Η κατάσταση άρχιζε ν’ αλλάζει. Τα ήσυχα , εσωστρεφή
απογεύματα των πρώτων παιδικών χρόνων , σε λίγο θα έδιναν τη θέση τους σε μια
πιο “φυσιολογική” εξωστρέφεια: Ομαδικές προβολές βιντεοταινιών κάθε Παρασκευή
με ζεστό "παραδοσιακό" ποπ κορν , σε σαλόνια προνομιούχων φίλων
που διέθεταν βίντεο, και φυσικά, ομαδική εκτόνωση με πολύ ποδόσφαιρο,
μαζί με όλη την "παραφιλολογία" του. Τι κι αν τα κορίτσια της τάξης
"φούσκωναν" από χρόνο σε χρόνο, προκαλώντας μας όλο και πιο
πολύ, εμείς επιμέναμε σαν χαζοί στο να ανταλλάσσουμε χαρτάκια
Panini απ το
MEXICO’86: “Σου δίνω έναν Κέλεμανς, έναν
Αλτομπέλι , μου δίνεις έναν Μαραντόνα που τον έχεις διπλό ;” . Με άλλα λόγια η
εξωστρέφεια αυτή δεν ήταν παρά μια αυθόρμητη και πρωτόλεια ανάγκη για
συλλογικότητα. Κάτι άρχισε να δημιουργείται πάνω απ το ατσούμπαλο κεφάλι μας,
κάτι απροσδιόριστο , αλλά με κοινούς κώδικες, κάτι που ένωνε σταδιακά τις
παιδικές ηλικίες όλων μας.
ΤΑ ΛΕΥΚΩΜΑΤΑ
Μιλώντας για απόπειρες για μια νέα συλλογικότητα, δεν
μπορούμε να μην εντάξουμε σ’ αυτές και τα λευκώματα. Όπως τα σκέφτομαι τώρα
ήταν ένα είδος φέισμπουκ τον παιδικών μας χρόνων, όπου όλα τα “
likes” ήταν γραμμένα με
στυλό, άρα ανεξίτηλα. Στα αγόρια κυριαρχούσαν ονόματα όπως: “
Karate Kid” ή “
Simon” ( ίσως απ τον
Simon le Bon των
Duran Duran ). Τα κορίτσια είχαν
ονόματα όπως “
Candy-
Candy” ή “
Sabrina”. Κάποιοι άλλοι, σαφώς
λιγότεροι, υπέγραφαν με τα πιο πεζά (κι ελληνικά) : “Νίκος Γκάλης” ή
“Βάσια” (Παναγοπούλου;).
O ιδιοκτήτης , αν θυμάμαι καλά, λεγόταν «κτήτωρ», προφανώς
παρακαταθήκη απ τα 60
s λευκώματα των μαμάδων και των μπαμπάδων, αλλιώς δεν μπορώ να
καταλάβω, πως θα μπορούσε να κολλάει μια τόσο βαρύγδουπη, παλιακή, λέξη στα
χρόνια της τσιχλόφουσκας των μέσων της δεκαετίας του ’80. Λευκώματα είχαν
κυρίως τα κορίτσια , συχνά τα άνοιγες και μύριζες το άρωμα τους. Άλλες φορές
πάλι έβρισκες κολλημένες τσίχλες ή άλλα πράγματα με σελοτέιπ (σε αυτό το
τομέα το
facebook υστερεί). Άλλες φορές πάλι, έβρισκες σάλτσα μπολονέζ
της μαμάς, μιας και τα παίρναμε για μια-δυο μέρες σπίτι μας, για
να σκεφτούμε καλύτερα. Το πιο μελαγχολικό όλων, όμως, ήταν κάτι μοναχικά παιδιά
που έφτιαχναν λευκώματα και , λόγω έλλειψης επισκεπτών, απαντούσαν τα ίδια στις
ερωτήσεις τους, πολλές φορές και με διαφορετικά ψευδώνυμα…
ΗΛΙΟΣ ΠΡΑΣΙΝΟΣ ΠΑΧΥΣ
Εντωμεταξύ επάνω απ το κεφάλι των Αθηναίων δέσποζε ακόμα , λαμπερός
και καυτός όσο ποτέ άλλοτε , ο πράσινος ήλιος. Όμως οι μέχρι πρότινος,
καλά κρυμμένες παρενέργειες του, άρχισαν πια , εκεί γύρω στο 86-87, να
γίνονται ορατές. Και φυσικά λέγοντας παρενέργειες εδώ, δεν εννοούμε το
νέφος και τον καύσωνα και την περιβόητη πια τρύπα του
όζοντος. Ο πρωθυπουργός της χώρας συμπεριφερόταν πια, ως πασάς σε δικό του
πασαλίκι. Ήταν παχύς, κι έχοντας υποσχεθεί,
ακόμα καλύτερες μέρες,
έλυνε την γραβάτα του για να χορέψει ζεϊμπέκικο στης Ρίτας Σακελλαρίου.
H αποφασιστικότητα
του και η πυγμή που έδειξε σε θέματα όπως η υπόθεση «Σισμίκ»,
τότε που πανικόβλητες οι ελληνίδες νοικοκυρές αδειάζανε τα ΥΠΕΡΠΡΙΖΟΥΝΙΚ για να
μην πεινάσουν στον «πόλεμο» με τους Τούρκους, θα επισκιάζονταν λίγο
αργότερα από μια σειρά οικονομικές ατασθαλίες που έκαναν την Ελλάδα , εκεί κατά
το φθινόπωρο του '88 να μοιάζει με
αποθήκη
σκανδάλων. Το χειρότερο, όμως, όλων είναι η σταδιακή επικράτηση μιας
χυδαίας νοοτροπίας που αλλοίωσε ολοκληρωτικά τον χαρακτήρα, τη
καθημερινότητα και το περιβάλλον μας. Το
σύγχρονο " μεταλλαγμένο" προφίλ του Νεοέλληνα, απ το οποίο, μόλις στις
μέρες μας, κάποιοι, προσπαθούμε ν’ απεμπλακούμε, εδραιώθηκε τις μέρες εκείνες. Το μουστάκι έδινε την θέση του
σε ξυρισμένα πρόσωπα που μοσχοβολούσαν άφτερ σέιβ με ξενικά ονόματα. Τώρα
αποκαλύπτονταν ξανά πανωχείλια απαλλαγμένα από μεταπολιτευτικές τρίχες,
που, όμως πια ,χαμογελούσαν πιο συγκρατημένα, αφήνοντας στην άκρη, τον μεγάλο
ενθουσιασμό της παρερχόμενης εποχής των «αγνών λαϊκών θριάμβων». Οι
χαίτες, όπου να ναι , θα υποχωρούσαν κι αυτές, σε λίγο οι νέοι της
εποχής θα υιοθετούσαν το κούρεμα «βούρτσα» και την «νέου τύπου» σιγουριά του
αεροπόρου
Tομ
Kρουζ στο
Top Gun . Ο αλματώδης
«εξευρωπαϊσμός» του Έλληνα καλά κρατούσε.
ΧΩΡΙΣ ΤΥΨΕΙΣ
Αυτή τη «νέου τύπου» σιγουριά υπέθαλψε, κάποιες φορές ασυνείδητα και
κάποιες όχι , την έλευση μιας νέας κουλτούρας: αυτή του περιοδικού ΚΛΙΚ, που
πρωτοκυκλοφόρησε τότε, τον Απρίλιο του 87. Θυμάμαι ακόμα το πρώτο εξώφυλλο του
, με τον
Max Headroom
,τον παρουσιαστή βιντεοκλιπ που εξέπεμπε κατευθείαν από ένα ηλεκτρονικό
μέλλον, προϊόν μυθοπλασίας κάποιων έξυπνων παραγωγών της βρετανικής τηλεόρασης
του 1985, σαν προφήτη- καρτούν μιας εποχής που κατέφθανε ολοταχώς,. Έτσι
λοιπόν, κατέφθασε το ΚΛΙΚ στα κιτρινοπορτοκαλί περίπτερα της παιδικής μας
Αθήνας, σαν κομήτης απ’ το μέλλον, αστραφτερός, μεταμοντέρνος κι, εν τέλει
,απατηλός, σαν την εποχή (δεκαετία ενενήντα) που, τότε, «ευαγγελιζόταν».
Ας είμαστε, όμως, δίκαιοι. Το ΚΛΙΚ , όπως και η έλευση του
MTV στ’ αθώα μας σαλόνια, κάνα δυο
χρόνια αργότερα, «φώτισε» μ’ έναν καινούργιο τρόπο την μετάβαση μας απ
την παιδική ηλικία, στο «λούκι» της εφηβείας. Για τους πιο μεγάλους από μας , η
νέα αυτή κατάσταση, απελευθέρωσε δυνάμεις που, ως τότε, καταπιέζονταν απ τις
αναστολές που επέβαλαν τα ιερατεία της αντιπολίτευσης. Τα λι και τα νι του
Πάνου Μιχαλόπουλου έδωσαν την θέση τους , στο εξευγενισμένο λι και νι του
Κωστόπουλου και σε μια νεανική ελληνοξενική με αρκετό σύγχρονο χιούμορ, ειν
αλήθεια, αλλά και με μπόλικο ναρκισσισμό. Έτσι το γκρίζο ελληνικό τοπίο των
διαφόρων σκανδάλων και του γλεντζέ μοιχού πρωθυπουργού, έγινε άλλο
ένα διασκεδαστικό καρέ , ανάμεσα σε
underground (τότε) κόμικς, χρωματιστές
διαφημίσεις, νέες ευφυείς γραφίδες και μπόλικες δόσεις σεξουαλικότητας,
προσαρμοσμένης βέβαια στο πνεύμα της
aids εποχής. Με άλλα λόγια, τότε φύτρωσαν
πολλά όμορφα βλαστάρια, που στη συνέχεια απεδείχθησαν ανθρωποφάγα φυτά, και σ’
αυτό, σίγουρα, η «κουλτούρα ΚΛΙΚ» έχει ένα μερίδιο ευθύνης. Μια ματιά
στην δεκαετία που ακολούθησε, αυτή του ενενήντα, θ’ αρκούσε: πολλοί θα
υιοθετούσαν το στυλ
Max Headroom ,στη πιο εφιαλτική του μορφή, και όλοι θα γδύνονταν,
κυριολεκτικά και μεταφορικά, χωρίς τύψεις…
ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΔΕΣ ΕΓΚΛΩΒΙΣΜΕΝΟΙ
Μουσικά, λίγο πριν έρθει στην Ελλάδα το
MTV και το Σι Ντι, τα πράγματα ήταν σε μεταβατική περίοδο. Όλοι
ήταν αμήχανοι τότε: Τα συνθήματα υποχωρούσαν, τα ορατόρια , οι κύκλοι
τραγουδιών και οι καντάτες το ίδιο , τώρα οι γενειοφόροι τραγουδιστές
γδύνονταν τ' αντάρτικα και με χαβανέζικο πουκαμισάκι φώναζαν "
τσικαμπουμ"
ερμηνεύοντας ίσως, έτσι άναρθρα, την σύγχυση της εποχής. Υπήρχαν βεβαίως
και οι εξαιρέσεις, οι κοφτερές και ακριβές ,σαν διαμάντι, κινήσεις του
Χατζιδάκι έδιναν πνοή σε μια κορεσμένη ελληνική πραγματικότητα, και η
"φελινικής" τρέλας και εμπνεύσεως εκπομπή του Σαββόπουλου για το
Ελληνικό Τραγούδι, που αν και βρισκόταν στα κάτω του τότε, το έκανε να φαίνεται σαν μια
διαρκής και ενιαία γιορτή που αφορούσε τους πάντες . Εμάς όμως ακόμα μας
ενδιέφεραν άλλα . Στον δικό μας «μικρόκοσμο» τα πράγματα δεν
ήταν καλύτερα. Αν ήμασταν λίγο πιο μεγάλοι ίσως ενθουσιαζόμασταν με την
κυκλοφορία του JOSHUA TREE ή του MUSIC FOR THE MASSES , αλλά εμείς ακούγαμε
κυρίως τα διάφορα
SUMMER-
HITS 87,
που μετά από παρότρυνση του Τσαουσόπουλου , αντικαθιστούσαν τους
«παρωχημένους» ΧΡΥΣΟΥΣ ΔΙΠΛΟΥΣ.
Oι
δίσκοι αυτοί παίζονταν σε πάρτι, όλοι αισθανόμασταν άβολα όταν τελείωνε το “
FINAL COUNTDOWN” κι άρχιζε το “
SAY YOU ,
SAY ME” γιατί έπρεπε να πάμε και
να της πούμε «χορεύεις;». Μέσα σε αυτές τις συλλογές επιτυχιών, μπορούσε να
βρει κανείς, από σκουπίδια μέχρι διαμάντια. Όλα μπερδεύονταν γλυκά: από
ερμαφρόδιτα νεορομαντικά συγκροτήματα μέχρι περμανάντ χεβιμεταλάδες. Κάπου εκεί
μέσα, σ’ αυτό το συνονθύλευμα, υπήρχαν οι μουσικοί της δεκαετίας του εξήντα.
‘Ήταν εκεί, σε μιαν άλλη ηλικία, ύστερα από δίσεκτα χρόνια, σχεδόν αναγκαστικού
παροπλισμού, λόγω μόδας. Επέστρεφαν πάλι λόγω μόδας, μέσω ενός κύματος
επιστροφών, κυρίως μετά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’80. Κάποιοι, όπως ο
Paul Simon του,
κλασσικού πια,
Graceland, κατάφεραν όχι μόνο ν’
απεγκλωβιστούν, αλλά και να δώσουν μια γερή σπρωξιά σε μια μοίρα που τους
ψιθύριζε στ' αυτί: "
είσαι σαράντατόσο, είσαι ένα αστέρι της
δεκαετίας του '60, είσαι πλούσιος, απεξαρτημένος, με μια όμορφη δεύτερη σύζυγο
και με δύο παιδιά απ την πρώην, κάθισε κι απόλαυσε το". Ο Simon δεν
αρνήθηκε να "γκριζάρει", δεν ήθελε να γίνει ένας Πασχάλης της
αμερικάνικης μπαλάντας, απλά πέρασε το ποτάμι και κατευθύνθηκε προς το Μέμφις,
παρέα με τον εννιάχρονο γιό του και μια καμηλοπάρδαλη που το σκασε απ την
Αφρική. Άλλοι, όπως ο Mccartney , ο Neil Young, o Cohen ή ο Ντύλαν
,"εγκλωβίστηκαν" ανάμεσα σε ακατάπαυστα συνθεσάιζερ και σε ψυχρά,
μηχανικά, drum machines. H φλόγα τους,
παρ' ολ' αυτά , σιγόκαιγε , θα φούντωνε όμως αργότερα , με τον θρίαμβο
του unplugged, στα nineties. Τότε πια θα τους ανακαλύπταμε με
ενθουσιασμό, δεκαοκτάρηδες εμείς, πενηντάρηδες αυτοί, και θα
"καιγόμασταν" μια για πάντα...
ΣΤΑΣΟΥ ΠΛΑΙ ΜΟΥ
΄Αλλοι το έπαθαν διαβάζοντας
"Τον Φύλακα Στη Σίκαλη" , εγώ
πάντως το έπαθα με το "Stand By Me", την ταινία, όχι το τραγούδι.
Υπάρχει μια φάση στη ζωή σου , που νιώθεις οτι τελειώνει σιγα σιγά η παιδική
σου ηλικία κι ετοιμάζεσαι για κάτι που δεν ξέρεις τι είναι , κάτι
άγνωστο, που σου προκαλεί έξαψη και ανασφάλεια. Απ τη μία βρίσκεσαι στην
γλυκεία θαλπωρή του σπιτιού κι απ την άλλη βρίσκεσαι , όλο και πιο κοντά, στην
"άγρια χαρά" των φίλων. Σε λίγο ούτε αυτό, όμως θα σε ικανοποιεί.
Αυτό το "σε λίγο" όλο και καθυστερεί, κι εσύ μες τις παιδικές
σου συνήθειες το αναβάλλεις, μέχρι που έρχεται ένα γεγονός, ένα βιβλίο ή
μια ταινία, που σου δίνει αυτή τη γενναία σπρωξιά προς τα εμπρός. Έτσι ξαφνικά
νιώθεις, το επόμενο κιόλας πρωί, σαν να έχεις μεγαλώσει απότομα, σαν να
βρίσκεσαι στην αμέσως επόμενη ηλικία απ την παιδική. Το Stand By Me δεν είναι
σπουδαία ταινία, είναι όμως σημαντική για μένα, γιατί μου έδωσε ένα σκαρίφημα
για το πως θα μπορούσε να είναι περίπου η εφηβεία. Έβλεπα τους τέσσερις
εκείνους προ-έφηβους να τριγυρνάνε στην αμερικάνικη ύπαιθρο ένα καλοκαίρι του
τέλους της δεκαετίας του πενήντα, και ένοιωθα ότι είμαι εγώ και οι φίλοι μου
εκεί, κάνοντας κοπάνα από το αθηναϊκό καλοκαίρι του ευρωμπάσκετ 87 στο
αμερικάνικο καλοκαίρι του 59,με γυρισμένα τα ρεβεράκια του μπλουτζίν μας
, έχοντας αποδεχτεί τη "νέα" μας ηλικία...
- "ακούστηκαν" τα εξής ( με σειρά εμφανίσεως") :
"Touch Me (I Want your Body)" Samantha Fox
"Αυτός Ο Άνθρωπος" Ρίτα Σακελλαρίου
"Τake My Breath Away" Berlin
"Τσικαμπούμ" Γιάννης Γιοκαρίνης
"The Final Countdown" Europe
"Say You, Say Me" Lionel Richie
"Graceland" Paul Simon
"Stand By Me" Ben E. King
_ Για την παράγραφο με τίτλο "
Χωρίς Τύψεις" κοίταξα το κείμενο του Βασίλη Βαμβακά
"Κλικ: H συνάντηση του πολιτικού λόγου με το ύφος ζωής".
_ Το "Αποθήκη σκανδάλων το ΠΑΣΟΚ" είναι απο άρθρο της εποχής εκείνης, απο τη γαλλική εφημερίδα LIBERATION.
_ Σημαντικά στοιχεία πήρα απο το blog http://silezukuk.tumblr.com/