Τους προσπερνάω μες τη βιασύνη μου, ενώ αυτοί πάνε σιγά -σιγά . Tους βλέπω πίσω από μπαλκονόπορτες, αργές σκιές μπροστά τη τηλεόραση. Από το πρωί περιμένουν, το μεσημεριανό φαγητό, το βραδινό δελτίο. Ο κόσμος τους είναι στενός: Aπ’ το κρεβάτι, στο παράθυρο και μετά στη πολυθρόνα. Οι έγνοιες τους μικρές : να βάλουν μέσα τον βασιλικό, να ταΐσουν τα γατιά. Γι αυτούς, το 2009 που φεύγει δεν διέφερε σε τίποτα απ’ το 2008, κάθε Κυριακή θα πιουν το ημίγλυκο τους, αυτό που άλλοτε τους έκανε να τραγουδούν και τώρα πια , τους κάνει πιο βουβούς. Οι γέροι δεν μιλούν πια, δεν έχουν αυταπάτες, ακόμα κι αυτοί που είναι πλούσιοι είναι πια «φτωχοί», δεν έχουν πια όνειρα. Η εφημερίδα, τους φέρνει ύπνο, οι αλλαγές εκνευρισμό. Φοβούνται να μείνουν μόνοι, μα και παρέα να χουν, πάλι μόνοι μένουν, βουτώντας στη σιωπή.
Πώς να μιλήσεις για τους γέρους της πόλης ; Από ποια σκοπιά; Όλοι είμαστε μελλοντικοί γέροι. Μήπως καλύτερα πρέπει να μιλάμε για «πρώην» νέους, ή καλύτερα για παιδιά που γέμισαν ρυτίδες; Oι ηλικιωμένοι της Αλεξανδρούπολης δε διαφέρουν και πολύ απ’ αυτούς της Αθήνας(ή του Παρισιού), άλλωστε, όπως λέει κι ο Ζακ Μπρελ, σε μια «επαρχία» ζεις έτσι κι αλλιώς, όταν ζεις τόσο πολύ .
LES VIEUX
1963
Les vieux ne parlent plus ou alors seulement parfois du bout des yeux
Même riches ils sont pauvres, ils n'ont plus d'illusions et n'ont qu'un coeur pour deux
Chez eux ça sent le thym, le propre, la lavande et le verbe d'antan
Que l'on vive à Paris on vit tous en province quand on vit trop longtemps
Est-ce d'avoir trop ri que leur voix se lézarde quand ils parlent d'hier
Et d'avoir trop pleuré que des larmes encore leur perlent aux paupières
Et s'ils tremblent un peu est-ce de voir vieillir la pendule d'argent
Qui ronronne au salon, qui dit oui qui dit non, qui dit: je vous attends
Les vieux ne rêvent plus, leurs livres s'ensommeillent, leurs pianos sont fermés
Le petit chat est mort, le muscat du dimanche ne les fait plus chanter
Les vieux ne bougent plus leurs gestes ont trop de rides leur monde est trop petit
Du lit à la fenêtre, puis du lit au fauteuil et puis du lit au lit
Et s'ils sortent encore bras dessus bras dessous tout habillés de raide
C'est pour suivre au soleil l'enterrement d'un plus vieux, l'enterrement d'une plus laide
Et le temps d'un sanglot, oublier toute une heure la pendule d'argent
Qui ronronne au salon, qui dit oui qui dit non, et puis qui les attend
Les vieux ne meurent pas, ils s'endorment un jour et dorment trop longtemps
Ils se tiennent la main, ils ont peur de se perdre et se perdent pourtant
Et l'autre reste là, le meilleur ou le pire, le doux ou le sévère
Cela n'importe pas, celui des deux qui reste se retrouve en enfer
Vous le verrez peut-être, vous la verrez parfois en pluie et en chagrin
Traverser le présent en s'excusant déjà de n'être pas plus loin
Et fuir devant vous une dernière fois la pendule d'argent
Qui ronronne au salon, qui dit oui qui dit non, qui leur dit: je t'attends
Qui ronronne au salon, qui dit oui qui dit non et puis qui nous attend.
7 σχόλια:
.. είναι επειδή έκλαψαν πολύ
που τα δάκρυα ακόμη
λαμπυρίζουν στα βλέφαρά τους ..
..κι όσο κρατά ένας λυγμός..
ξεχνιέται το ασημένιο εκκρεμές
που τους περιμένει ..
..θα τους δείτε στη θλίψη
να διασχίζουν το παρόν
ζητώντας συγνώμη
που δεν βρίσκονται ήδη πιο μακριά..
όμορφα τα καταφέρατε
κι ας είναι ακόμη νωρίς.
και κοίτα να δεις σύμπτωση... παρακολουθούσα πριν λίγο στην απέναντι πολυκατοικία 2 ηλικιωμένους να συζητάνε για τα φάρμακα τους... classic!!
Καιρό είχα να το θυμηθώ αυτό το τραγούδι, merci!
Δυστυχως ισχυει για τα παιδια με ρυτιδες.. θελω να ελπιζω πως οσο υπαρχουν ονειρα..δεν θα γερασουμε ποτε!
ο πάντα δυνατά τρυφερός Μπρελ άλλη μια φορά μαζί μας!
@Hypericum Perforatum-ήταν απλά μια πρώτη προσπάθεια, ευχαριστώ πάντως!
@HAZ-ART-γιατί σύμπτωση; τηλεπάθεια!
@k2-είναι νομίζω απο τα παραμελημένα του μπρελ. όχι?
@spacepuke- μαζί σου! βλέπω συνομίληκους τριαντάρηδες πρόωρα γερασμένους, ξερόλες, κουρασμένους κλπ και ηλικιωμένους αστεράτους!
@chirine nour-μοιάζει σαν να τραγουδάει σε τεντωμένο σχοινί ή μπροστά σε γκρεμό...κάποια στιγμή πρέπει να του αφιερώσω ένα post (εκτός αν με προλάβεις!)
Η Ψυχές των Γερόντων
Κ. Π.Καβάφης
Μες στα παληά τα σώματά των τα φθαρμένα
κάθονται των γερόντων η ψυχές.
Τι θλιβερές που είναι η πτωχές
και πώς βαρυούνται την ζωή την άθλια που τραβούνε.
Πώς τρέμουν μην την χάσουνε και πώς την αγαπούνε
η σαστισμένες κι αντιφατικές
ψυχές, που κάθονται —κωμικοτραγικές—
μες στα παληά των τα πετσιά τ’ αφανισμένα.
(Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984)
Δημοσίευση σχολίου