Αργά το απόγευμα , λίγο έξω απ' την πόλη. Μόλις συνειδητοποίησε το μέγεθος της κρίσης και τρέχει στο σουπερμάρκετ. Να την, προχωράει με σίγουρο βήμα προς το υπερκατάστημα. Σαν επιδρομέας, σαν στρατηγός. Σε λίγο θα ξαλαφρώσει, αγοράζοντας ότι βρει μπροστά της. Τα πιο μαλακά ψωμάκια, το χαρτί υγείας που ευωδιάζει. Θα βγει από κει μέσα, αγκομαχώντας , και με χίλιες σακούλες που το βάρος τους θα την λυγίζει. Αλλά τώρα θα νιώθει πιο ξαλαφρωμένη, ο πανικός της θα χει περάσει. Θα εξέλθει του υπερκαταστήματος, ως νικήτρια. Ως νικήτρια της "κρίσης".
Απόγευμα προς βράδυ, μεσήλικας μόνος σε προποτζίδικο, μπλε τοίχος σαν βυθός, ψεύτικα φυτά, σαν πλαστική ζούγκλα σε μικρογραφία. Οι ώρες περνούν σαν χασμουρητά. Η τι βι σε λίγο θα χει ειδήσεις, κι αυτός θα κάτσει να κοιτάζει, παραδομένος, σαν να ναι αυτός, ο τελευταίος ζωντανός οργανισμός στη γη.
Δυο άνθρωποι, δυο ζωές, μια πόλη.